Λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Tom Clancy (1947 – 2013), επισκεπτόμαστε το τελευταίο εγχείρημα της σειράς Splinter Cell, που έχει σκοπό να επιστρέψει την διακεκριμένη αυτή «κληρονομιά», στην κορυφή των stealth games. Μετά από το μέτριο Conviction, μπόρεσε το Blacklist να εναρμονιστεί σωστά με το σκοτάδι ή έμεινε εκτεθειμένο στο φως; Καλοδουλεμένα animations, απλή πλοκή και μια πληθώρα επιλογών κινήσεων, συνθέτουν το σκηνικό ενός πολύ καλού παιχνιδιού που ισορροπεί μεταξύ old-school και νέου στυλ. Κλείστε μια τα φώτα, με ενοχλούν! Ευχαριστώ.
Αρχικά, μια αλλαγή που ειδικά οι fans της σειράς θα παρατηρήσουν από τα πρώτα δευτερόλεπτα, είναι η απουσία του επί χρόνια voice actor του ήρωα Sam Fisher, Michael Ironside. Ο ηθοποιός που είχε συνδεθεί με το ego και το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο του Sam Fisher, αντικαταστάθηκε από τον νεότερο Eric Johnson (Smallville, Everest ’82, Flash Gordon) , καθώς η Ubisoft Montreal ήθελε έναν ηθοποιό ικανό να κάνει και το motion cap ταυτόχρονα με τις ηχογραφήσεις των διαλόγων, κάτι που ο Ironside δεν μπορούσε να κάνει για προφανείς λόγους. Το περίεργο είναι ότι, αν και ο Sam φαίνεται αναγκαστικά νεότερος, καθώς το μοντέλο του μοιάζει στον Johnson, ο χαρακτήρας του έχει παραμείνει badass, κάτι που αποτυπώνεται στους τσαμπουκαλεμένους διαλόγους και τον βαρύ, σίγουρο τρόπο κίνησής του. Είναι ο ίδιος Sam Fisher, με διαφορετική φωνή και πρόσωπο! Σαν βετεράνος της σειράς, αρχικά απογοητεύτηκα πολύ από αυτή την αλλαγή, αλλά όσο περισσότερο έπαιζα, τόσο πιο πολύ ξεπρόβαλλε ο παλιός καλός Sam Fisher κατά έναν περίεργο τρόπο.
Το σενάριο του παιχνιδιού περιστρέφεται γύρω από μια ομάδα οργανωμένων τρομοκρατών, με το όνομα “The Engineers”, που έχει κουραστεί από την παρουσία αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων σε διάφορες ξένες χώρες και απειλεί με ένα τρομοκρατικό χτύπημα την εβδομάδα, αν οι ΗΠΑ δεν αποσύρουν όλα τα στρατεύματά τους. Η πλοκή είναι απλή, αν και ο άγνωστος εχθρός δίνει έναν ελάχιστο τόνο μυστηρίου. Πέρα από αυτό, όμως, δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο. O Sam, ως αρχηγός πλέον, μαζί με την ομάδα του, την Fourth Echelon, συνέχεια της Third Echelon που γνωρίσαμε σε σχεδόν όλα τα προηγούμενα παιχνίδια, θα ταξιδέψει σε διάφορα μέρη του κόσμου, σε μια προσπάθεια να βρει ποιοί κρύβονται πίσω από την οργάνωση των Engineers, αλλά και σε ποιές τοποθεσίες των ΗΠΑ, προκειμένου να σταματήσει τις επιθέσεις.
Από πλευράς gameplay, έχουμε πολλές και διάφορες αλλαγές. Δεν υπάρχουν πλέον μετρητές φωτός και ήχου. Όταν ο Sam κρύβεται πλήρως στο σκοτάδι, το γνωστό walkie-talkie, το OPSAT στον πήχη του και τα goggles του, ανάβουν, ενώ για τον ήχο απλά θα αρκεστείτε στο αυτί σας και μόνο. Στην αρχή δεν ενθουσιάστηκα με αυτές τις ελλείψεις, αλλά αργότερα συνήθισα, καθώς έτσι το παιχνίδι γίνεται πιο απαιτητικό και ο παίκτης δεν αναλώνεται στο να κοιτά κάθε τρία δευτερόλεπτα τους μετρητές, όπως γινόταν παλαιότερα. Το menu ενεργειών που εμφανιζόταν στην πάνω αριστερή γωνία όταν πλησιάζατε κάποιο αντικείμενο που θα μπορούσατε να αλληλεπιδράσετε μαζί του, όπως μια πόρτα ή ένα μπουκάλι, έχει αντικατασταθεί από ξεχωριστά πλήκτρα που εμφανίζονται στο πλάι της οθόνης. Γενικά, αυτό το σύστημα, αν και κάπως υπερβολικό, βοηθάει όταν υπάρχουν πολλά πράγματα ή εχθροί κοντά, επιτρέποντάς σας να κάνετε αυτό που πραγματικά θέλετε εκείνη την στιγμή, αποφεύγοντας τα λάθη και τις άγαρμπες ενέργειες. Μιλώντας για άγαρμπες ενέργειες, ο Sam είναι πολύ πιο κινητικός πλέον, λες και το Blacklist διαδραματίζεται πριν ακόμα και από το πρώτο Splinter Cell, με τις επιρροές από το Assassin’s Creed να είναι εμφανείς. Όχι, δεν θα δείτε Vertical Assassinations ούτε hidden blades, αλλά η ανεβασμένη ταχύτητα των κινήσεών του είναι μια μεγάλη αλλαγή. Και πάλι, οι βετεράνοι της σειράς ίσως να ενοχληθούν, αλλά είναι κάτι που επίσης συνηθίζεται εύκολα. Πέρα από τις κλασικές κινήσεις του Sam, όπως το αγαπημένο μου κρέμασμα από σωλήνα και ανάποδο πιάσιμο του εχθρού από κάτω, ο Sam μπορεί πλέον να αρπάζει εχθρούς πίσω από γωνίες. Το σύστημα κάλυψης είναι εξαιρετικό και έρχεται από το Conviction, με ένα πάτημα του κουμπιού να κάνει τον Sam να μεταπηδά και να γλιστρά από κάλυψη σε κάλυψη άκοπα και ομαλά. Ιδιαίτερα χρήσιμο στοιχείο σε σημεία με φως – και όχι μόνο.
To AI των εχθρών είναι πλέον πιο φυσικό και ρεαλιστικό. Αν π.χ. ανοίξετε μια πόρτα που βρίσκεται στο φως και την δει ένας φρουρός, θα πλησιάσει για την ερευνήσει, κάτι που παλαιότερα δεν γινόταν. Αν λείψει ένας φρουρός για κάποιο διάστημα, οι «φίλοι» του θα αρχίσουν να τον ψάχνουν. Τα patterns των φρουρών αλλάζουν, οπότε πρέπει να παρακολουθήσετε στενά τις κινήσεις τους, προκειμένου να βρείτε τα «κενά». Γενικότερα το ΑΙ είναι εμφανώς ενισχυμένο και θα σας κάνει να κοπιάσετε για να προχωρήσετε. Η προσθήκη κατευθυντήριου μετρητή που δείχνει πότε ένας εχθρός αρχίζει να σας βλέπει και πότε σας έχει εντοπίσει, είναι τεράστιας σημασίας και χρησιμότητας, χωρίς, ωστόσο, να κάνει το παιχνίδι πιο εύκολο.
Ο εξοπλισμός του Fisher είναι και αυτός ενισχυμένος. Πλέον ο βετεράνος πράκτορας έχει στην διάθεσή του ένα νέο μαχαίρι και ένα crossbow που εκτοξεύει τα γνωστά gadgets Sticky Cam, Sticky Shocker κτλ., καθώς και κάποια νέα, όπως τα Sticky Noisemakers και Sleep Gas Canisters. Το πλαίσιο συμπληρώνουν ένα πιστόλι, ένα backup όπλο τύπου PDW που μπορείτε να αλλάξετε και κάποιες χειροβομβίδες. Ενδιαφέρουσα και η προσθήκη του Tri-Rotor, ενός μικρού ιπτάμενου drone που μπορείτε να πετάξετε μπροστά και να σκανάρετε το πεδίο, ή να εξουδετερώσετε κάποιον εχθρό ανατινάζοντάς το! Μπορείτε επιπλέον να κάνετε customize και την στολή του Sam, με άλλες στολές να έχουν άλλες ιδιότητες, να αλλάξετε χρώμα στα goggles του (ιεροσυλία η επιλογή άλλου χρώματος από το πράσινο, αλλά αν θέλετε μπορείτε) και να αγοράσετε διάφορα upgrades για το ιπτάμενο αρχηγείο της ομάδας σας, το Paladin, κίνηση που σας επιτρέπει π.χ. να βλέπετε τις θέσεις των εχθρών στο ραντάρ σας και σας παρέχει και άλλα πλεονεκτήματα.
Αυτό το customization γίνεται, λοιπόν, με χρήματα, τα οποία λαμβάνετε ανάλογα με τις επιδόσεις σας σε κάθε αποστολή. Το παιχνίδι προσφέρει τρεις (3) διαφορετικές προσεγγίσεις/στυλ παιχνιδιού. Το πρώτο, το Ghost, είναι το κλασικό, ίσως, στυλ, όπου στόχος σας και επιβράβευσή σας είναι η non-lethal εξουδετέρωση των εχθρών και η κατά το δυνατόν απόλυτη αποφυγή εχθρών (“undisturbed hostiles”). Αυτό το στυλ παιχνιδιού είναι που θα σας αποφέρει και τους περισσότερους πόντους και χρήματα. Το Panther, είναι πάλι stealth στυλ, αλλά επιβραβεύει τα lethal stealth takedowns. Όσους πιο πολλούς εξουδετερώσετε ήσυχα, τόσο το καλύτερο. Το τρίτο και τελευταίο είναι το Assault, το οποίο σας επιτρέπει να κάνετε σαματά και να μετατρέψετε το παιχνίδι ξαφνικά σε ένα άλλο 3rd-person-shooter, με τα kills – ενώ οι εχθροί σας έχουν εντοπίσει και σας κυνηγάνε – να δίνουν πόντους. Κάποια έξτρα χρήματα λαμβάνονται από την ανάκτηση παρατημένων laptops, την εύρεση κάποιον dead drops ή από την εξερεύνηση του κάθε χάρτη, ανεβαίνοντας σε δύσβατα μέρη. Το ωραίο με το σύστημα των τριών στυλ, είναι ότι μπορεί κανείς να μεταβάλει το παιχνίδι κατά βούληση, κάνοντας ένα πέρασμα και από τα τρία μέσα στην ίδια αποστολή.
Εκτός από το campaign, το οποίο μπορείτε να παίξετε και για να αναμετρηθείτε με τους υπόλοιπους παίκτες ανά τον κόσμο για το καλύτερο σκορ, εκτός από το να ολοκληρώσετε την ιστορία, υπάρχουν και κάποιες έξτρα αποστολές, που γίνονται υπό την επίβλεψη κάποιου μέλους της ομάδας. Κάποιες είναι co-op και κάποιες solo. Αν και οι co-op μπορούν να παιχτούν και από έναν βετεράνο χρησιμοποιώντας δυο χειριστήρια (!), τα αποτελέσματα θα είναι προφανώς καλύτερα αν παίξετε μαζί με κάποιον φίλο ή φίλη σας, σε επικοινωνία. Το παιχνίδι έρχεται να συμπληρώσει το «κριτικώς επιβραβευμένο» “Spies versus Mercs” multiplayer mode, το οποίο σας θέτει αντιμέτωπους με άλλους παίκτες, είτε σαν Spy (3rd person) είτε σαν Mercenary (1st person), με τους πρώτους να έχουν ως στόχο το χακάρισμα κάποιων τερματικών και τους δεύτερους να αποτρέψουν αυτή την ενέργεια. Κάθε πλευρά έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, καθώς για παράδειγμα οι Spies είναι ευέλικτοι και μπορούν να ανέβουν σε vents και σωλήνες, ενώ οι μισθοφόροι είναι βαρύτερα οπλισμένοι και πιο δυσκίνητοι. Η online εμπειρία είναι εξαιρετική, όπως συνηθίζεται σε ένα παιχνίδι της Ubisoft, επιβραβεύοντας τον έξυπνο και υπομονετικό, αλλά τα γνωστά προβλήματα εύρεσης ατόμων και η απουσία host migration μειώνουν σημαντικά το fun factor. Φανταστικό multiplayer ειδικά για να παίζεται με φίλους, καθώς δεν απαιτεί μεγάλο αριθμό παικτών και το κρυφτό στις σκιές προσφέρει στιγμές επικού γέλιου και διασκέδασης!
Τα γραφικά είναι βασισμένα στην γνώριμη σκουρόχρωμη παλέτα, χωρίς, όμως, να δίνουν μονότονο χαρακτήρα σε κάποια τοποθεσία. Δεν θα δείτε απίστευτα λεπτομερή στοιχεία, αλλά οι επιφάνειες φαίνονται αρκετά καθαρά και τα μοντέλα των χαρακτήρων είναι προσεγμένα. Ο ήχος του παιχνιδιού είναι μέτριος αλλά ικανοποιεί, με τα όπλα να ακούγονται «εντάξει» και το soundtrack να είναι ταιριαστό, αλλά να μην προσφέρει μεγάλες στιγμές. Οι διάλογοι είναι προσεγμένοι και clean, απορροφώντας σας περισσότερο στο κλίμα του παιχνιδιού.
Συγκεντρωτικά, το Splinter Cell: Blacklist είναι ένα παιχνίδι για τους βετεράνους, αλλά αυτή η διαφορετική του προσέγγιση, ανοίγει τις πόρτες και σε νέους παίκτες στην σειρά, κάτι το εξαιρετικά σπάνιο την εποχή αυτή. Είτε προσπαθώντας να τελειοποιήσετε μια συγκεκριμένη αποστολή και να εκτοξευθείτε στην κορυφή των leaderboards, είτε παίζοντας μαζί με τους φίλους σας στο Spies vs Mercs, το Blacklist είναι ένα παιχνίδι που θα ικανοποιήσει όχι μόνο τον οπαδό των stealth παιχνιδιών, αλλά και εκείνον των action παιχνιδιών. Τα φώτα λίγο ρε παιδιά… Βαθμολογία: 8/10 [slickr-flickr search=”sets” items=”24″ set=”72157637137074693″] Περισσότερες εικόνες από το παιχνίδι (Flickr)