Ένα από τα genres που θεωρώ πως έχει λείψει τα τελευταία χρόνια από το Xbox μου είναι τα platformers. Ως τυπικό παιδί των 90’s που είχε λιώσει στο Super Mario 64 και το Pandemonium, τα συγκεκριμένα παιχνίδια μπορούν να με πάνε άνετα χρόνια ολόκληρα πίσω. Το comeback των platform games, θεωρώ πως ξεκίνησε ήδη μέσα στο ‘17 με το Yooka-Layle, το οποίο όμως κάπως πέρασε και δεν ακούμπησε, αφήνοντας έτσι ένα μεγάλο κενό που περιμένει να ικανοποιηθεί.
Έτσι ξαφνικά λοιπόν, και λίγο κάτω από το ραντάρ, ένα studio που ακούει στο όνομα Playful, αποφασίζει να κυκλοφορήσει ένα αποκλειστικό τίτλο για τις πλατφόρμες της Microsoft (τόσο το Xbox One, όσο και τα Windows 10 μιας και ανήκει στα play anywhere παιχνίδια) και μάλιστα την ημέρα της κυκλοφορίας του Xbox One X, κάνοντας το – αν δεν απατώμαι – τον πρώτο τίτλο που κυκλοφορεί για το πανίσχυρο αυτό τέρας.
Όπως πάντα θα ξεκινήσω από τα γραφικά, αφού και το Xbox One X μου δίνει την υπέροχη αυτή πάσα. To Super Lucky’s Tale είναι προφανώς ένας τίτλος που απευθύνεται κατά κύριο λόγο στις μικρότερες ηλικίες – χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως κάτι γομάρια σαν και μένα δεν μπορούν να χαζοχαίρονται μαζί του – οπότε τα γραφικά αποκτούν αμέσως μια cartoonish αισθητική. H παλέτα χρωμάτων γεμίζει από πολυχρωμία και έντονες αποχρώσεις, ενώ κάθε προσπάθεια για μια φωτορεαλιστική απεικόνιση μένει στην άκρη. Την ίδια στιγμή η γεωμετρία γίνεται περισσότερο low poly με τα πολύγωνα να παίρνουν τον κατήφορο απλοποιώντας έτσι τις λεπτομέρειες των αντικειμένων.
H οθόνη της τηλεόρασης μου παρκάρει προφανώς στα 1080p, οπότε παρ’ όλο που το παιχνίδι το έτρεξα στο Xbox One X δεν μπόρεσα να το απολαύσω σε όλο του το 4Κ μεγαλείο. Ακόμη, λόγω της ίδιας της αισθητικής του τίτλου τα textures είναι πολύ απλοϊκά και στυλιζαρισμένα οπότε και με το downsampling που κάνει η κονσόλα δεν μπορώ να πω ότι παρατήρησα κάποια τρομερή διαφορά όπως σε άλλους τίτλους. Είναι άλλωστε σχεδόν αδύνατο όταν πολλά από τα αντικείμενα του επιπέδου είναι απλώς χρωματισμένα και τίποτα παραπάνω.
Εκεί όμως που φαίνεται έντονη διαφορά είναι στα frames per second καθώς ο τίτλος τρέχει στα 60fps δίνοντας ένα πολύ smooth αποτέλεσμα. Τόσο τα animation κατά την μετακίνηση, τα χοροπηδητά και τα χτυπήματα του πρωταγωνιστή μας, όσο και τα μικρά εφέ των επιπέδων, όπως για παράδειγμα η κίνηση κάποιων υφασμάτων με το φύσημα του αέρα δημιουργούν ένα περιβάλλον που κυλάει αβίαστα. Φυσικά, βοηθάει το γεγονός πως το Super Lucky’s Tale δεν είναι και ο πιο απαιτητικός τίτλος που κυκλοφορεί εκεί έξω.
Η μουσική μου άρεσε αρκετά και θεωρώ πως ήταν συνεπέστατη. Καθένα από τα ξεχωριστά επίπεδα είχε το δικό του theme που πάντα ταίριαζε στο πνεύμα της πίστας, οπότε περιμένετε να ακούσετε ανατολίτικη μουσική στην πίστα με την έρημο, ή country στο ράντζο και πάει λέγοντας. Την ίδια στιγμή η διάλογοι μειώνονται σε απλά μουγκρητά από πλευράς των NPCs ενώ αρκετά επαναλαμβανόμενα βρήκα και τα voice lines του Lucky – αν ξανακούσω αυτό το CHICA που φωνάζει κάθε λίγο και λιγάκι μπορεί και να πεισθώ να γραφτώ για μαθήματα ισπανικών.
Η ιστορία δεν είναι κάτι το φοβερό. Ο πρωταγωνιστής μας είναι ο φύλακας ενός μαγικού βιβλίου και όταν μια οικογένεια από δυσλειτουργικές γάτες – ή μήπως μια δυσλειτουργική οικογένεια από γάτες; – απειλεί αυτόν και την αδερφή του, o Lucky σε μια προσπάθεια να την προστατέψει, ρουφιέται μαζί με τις γάτες μέσα στο μαγικό βιβλίο. Το βιβλίο αυτό περιέχει τέσσερις διαφορετικούς κόσμους με καθεμία από τις γάτες να αποτελεί το τελικό boss του εκάστοτε κόσμου. Προφανώς το παιχνίδι δεν προσπαθεί να σε κερδίσει με την ιστορία του – αυτή λειτουργεί απλά ως η πρόφαση για να επισκεφθούμε σαν παίκτες τα διαφορετικά επίπεδα που η ομάδα ανάπτυξης έχει ετοιμάσει.
Καθένας από τους τέσσερις αυτούς κόσμους περιέχει μια σειρά από πίστες οι οποίες συνολικά μπορούν να μας ανταμείψουν με 4 τυχερά τετράφυλλα τριφύλλια η καθεμία. Το πρώτο το παίρνουμε αφού ολοκληρώσουμε ένα mini puzzle μέσα σε κάθε πίστα, το δεύτερο αφού μαζέψουμε 5 collectible γράμματα (L – U – C – K – Y) που βρίσκονται κρυμμένα μέσα στην πίστα, το τρίτο αφού μαζέψουμε πάνω από 300 χρυσά νομίσματα και το τελευταίο αφού ολοκληρώσουμε με επιτυχία την πίστα.
Σκοπός μας λοιπόν σαν παίκτες είναι προφανώς να περάσουμε τις πίστες αυτές μαζεύοντας όσο το δυνατόν περισσότερα αν όχι όλα τα τριφύλλια, σε μια λογική σχεδιασμού που φέρνει λίγο περισσότερο σε mobile game. Οι πίστες αυτές είναι πάρα πολύ όμορφα σχεδιασμένες και ευφυέστατες με την ομάδα ανάπτυξης να έχει ρίξει αρκετό μεράκι και να έχει δημιουργήσει τόσο 2D όσο και 3D επίπεδα που απλώς σε εθίζουν στο να τα ολοκληρώσεις. Την ίδια στιγμή βέβαια η gameplay λούπα γίνεται αρκετά γρήγορα βαρετή και επαναλαμβανόμενη καθώς η συνταγή δεν αλλάζει από το πρώτο στο τελευταίο επίπεδο. Η ομάδα ανάπτυξης προσπαθεί να σπάσει λίγο την μονοτονία βάζοντας ενδιάμεσα διάφορους γρίφους και puzzle αλλά και αυτά δεν είναι και πάρα πολύ απαιτητικά από τον μέσο παίκτη άνω των δέκα ετών.
Σε γενικές γραμμές το Super Lucky’s Tale δεν είναι το απόλυτο platformer που περιμέναμε εδώ και χρόνια, ούτε και το πιο απαιτητικό, τόσο από άποψη δυσκολίας, όσο και από άποψη γραφικών. Θεωρώ πως αποτελεί έναν αξιαγάπητο τίτλο για τους αρκετά μικρότερους σε ηλικία gamers αλλά τίποτα περισσότερο για κάποιον που ψάχνει το κάτι παραπάνω.
Just a tip, μακρυά τα controllers από αντικείμενα που σπάνε στο final boss battle.