Είναι κοινώς αποδεχτό το γεγονός ότι όταν κάτι γίνετε από το πουθενά επιτυχία τείνει να γίνει μόδα και πολλοί είναι αυτοί που προσπαθούν να το αντιγράψουν. Έτσι λοιπόν έγινε με το που πρωτοεμφανίστηκε το Gears Of War, το 2007, και άρχισε να παίρνει το ένα βραβείο μετά το άλλο. Πολλοί ήταν αυτοί που ζήλεψαν αυτήν του την επιτυχία και προσπάθησαν να το αντιγράψουν άλλοτε αποτυχημένα και άλλοτε….περισσότερο αποτυχημένα! Η ουσία όμως είναι μια. Το Gears Of War απόκτησε πολλούς ”απόγονους” όμως κανένας – ως τώρα τουλάχιστον- δεν κατάφερε να το ξεπεράσει, κυρίως επειδή δεν είχε κάτι καινούργιο να δείξει. Σε αυτήν την κατηγορία υπάγετε και το Inversion, το οποίο άνετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως… πρώτο ”ξαδελφάκι” του Gears, κάτι που από ότι φαίνεται δεν ντρέπονται να δείξουν με κάθε ευκαιρία και οι ίδιοι οι δημιουργοί του. Η διαφορά του Inversion, όμως, είναι ότι έχει κάτι καινούργιο να δείξει. Το θέμα είναι εάν το καταφέρνει ή όχι. Ας πάμε όμως να εξετάσουμε το παιχνίδι λίγο ποιο αναλυτικά.
Αναλαμβάνουμε τον ρόλο του Davis Russel, ενός αστυνομικού της Vanguard City, ο οποίος βρίσκει την γυναίκα του νεκρή και την κόρη του να την έχουν απαγάγει μια παράξενη φυλή εξωγήινων/ανθρώπων, που ονομάζονται Lutadores. Η έλευση όμως αυτής της φυλής φέρνει και μια σειρά από παράξενα φαινόμενα, τα οποία ”παίζουν” με τους νόμους της βαρύτητας. Η ιστορία μπορεί να μην διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας αλλά έχει τις δυο τρεις καλές στιγμές της. Σίγουρα δεν είναι το story που θα μας κρατήσει με κομμένη την ανάσα για να δούμε την εξέλιξη του αλλά ούτε και θα πατήσουμε skip γιατί θέλουμε να τελειώνει γρήγορα.
Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, όλο το παιχνίδι περιστρέφετε γύρω από την έλλειψη της βαρύτητας και ουσιαστικά αυτό είναι το μοναδικό στοιχείο που θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιχειρεί να διαφοροποιήσει το παιχνίδι από τα υπόλοιπα “Gears-a-like” games. Όλα ξεκινάνε από την στιγμή που θα αποκτήσουμε το Gravlink, μια παράξενη συσκευή την οποία φέρανε οι Lutadores από την ”πατρίδα” τους. Με αυτήν την συσκευή μπορούμε να κάνουμε τρία πράγματα: πρώτον, με Low Gravity μπορούμε να βγάλουμε από το cover τους αντιπάλους μας και για λίγα δευτερόλεπτα να ίπτανται στον αέρα, κάνοντας τους ευάλωτους στα πυρά μας, κάτι σαν το Singularity δηλαδή από το Mass Effect. Το δεύτερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι το να τραβήξουμε προς το μέρος μας τεράστια αντικείμενα και να τα εκτοξεύσουμε προς τα πίσω, εξοικονομώντας πυρομαχικά κατά κύριο λόγο, κάτι που θυμίζει αρκετά Dead Space.
Και τρίτον και τελευταίο, με το High Gravity μπορούμε να δημιουργήσουμε μονοπάτια και cover, ρίχνοντας κυρίως βαριά αντικείμενα από ψηλά, όπως ολόκληρα container. Όσο έξυπνες και ευχάριστες προσθήκες φαίνονται στην αρχή, τόσο άσχημα είναι υλοποιημένες. Και αυτό διότι για να τα κάνουμε όλα αυτά θα πρέπει να είμαστε όρθιοι ή να βγούμε από το cover μας, κάτι που όπως καταλαβαίνετε όταν η δράση είναι ξέφρενη με τις σφαίρες να πέφτουν βροχή, κάτι τέτοιο είναι σίγουρη αυτοκτονία. Οπότε το Gravlink θα το χρησιμοποιήσουμε ελάχιστες φορές και απλά θα συνεχίσουμε να πυροβολούμε.
Δυστυχώς, οι ίδιοι οι δημιουργοί του παιχνιδιού απαξιώνουν αυτό το κάτι διαφορετικό από τα άλλα παιχνίδια του είδους και έτσι θα καταλήξουμε να παίζουμε ένα μέτριο και ταυτόχρονα ίδιο 3D person shooter παιχνίδι με όλα τα άλλα που κυκλοφορούν. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το gameplay του να γίνει γρήγορα βαρετό και ανιαρό, και αυτό όχι γιατί δεν είναι ωραίο ή διασκεδαστικό αλλά διότι το έχουμε ξαναδεί.
Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε τις μάχες σε zero gravity αλά Dead Space, όπου θα πρέπει να κινούμαστε από συντρίμμια σε συντρίμμια και ταυτόχρονα να παίρνουμε cover και να πυροβολούμε. Σίγουρα ακούγετε διασκεδαστικό αλλά η δράση δεν είναι ρευστή και αρκετές φορές θα βρεθούμε να είμαστε σε διαφορετικό μέρος από αυτό που θέλουμε εμείς λόγο της κακής απόκρισης του παιχνιδιού.
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθούμε στα όπλα του παιχνιδιού, τα οποία πέρα από το γεγονός ότι είναι λίγα στον αριθμό τους είναι και λάθος δομημένα και μάλλον μπερδεμένα μεταξύ τους. Δηλαδή, η καραμπίνα έχει range assault rifle και το assault rifle έχει range sniper rifle! Εκτός από το γεγονός ότι το παιχνίδι δεν εισάγει κάποιο δικό του καινούργιο όπλο (εξαίρεση μπορούμε να πούμε ότι ει ναι το Gravlink αλλά και πάλι δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε όπλο) ταράζει και τα μέχρι τώρα standard specification των ήδη γνωστών μας όπλων.
Το παιχνίδι προσφέρει το κλασσικό co-op campaign, το οποίο δεν έχει να προσφέρει τίποτα διαφορετικό. Είναι απλά εκεί και υπάρχει όπως σε όλα τα παιχνίδια αυτού του είδους. Δεν παρατηρήσαμε κάποιο είδος lag ή άλλα τεχνικά προβλήματα οπότε εάν είχατε σκοπό να το παίξετε με κάποιον φίλο σας τότε θα το ευχαριστηθείτε εις διπλούν.
Τώρα, όσον αφορά το multiplayer θα θέλαμε πάρα πολύ να το δοκιμάσουμε και να σας μεταφέρουμε τις απόψεις μας αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει… ψυχή οπότε εάν σκεφτόσασταν και το online μέρος του παιχνιδιού μάλλον πρέπει να το ξεχάσετε.
Όσον αφορά τα γραφικά και τα μοντέλα, οι χαρακτήρες κινούνται λίγο δύστροπα και ”βαριά” αλλά όχι στον βαθμό να μην τα αντέχουμε. Ο βαθμός καταστροφής αποτυπώνεται καλά αλλά δεν θα είναι λίγες οι φορές που σε μια έκρηξη ή σε μια κατεδάφιση ενός κτηρίου θα βρεθούμε να μετράμε τα pixels, καθώς το drawn distance είναι απαράδεκτο για παιχνίδι 2012. Κατά τα άλλα θα βρεθούμε σε περιβάλλοντα τα οποία θα μας είναι πολύ οικεία, όπως για παράδειγμα μέσα στην γη ή σε κατεστραμμένες πόλεις, δείχνοντας την επιρροή που είχε το παιχνίδι από την σειρά Gears Of War. Επιπλέον, η υφή των εχθρών και ο όλος σχεδιασμός τους θυμίζει έντονα Locust, κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό. Γενικά ο οπτικός τομέας κρίνετε ικανοποιητικός παρόλο που έχει μερικά προβλήματα.
Τέλος, ο ήχος κυμαίνετε (και αυτός!) σε μέτρια επίπεδα. Οι φωνές των πρωταγωνιστών δεν μπορούμε να πούμε ότι μας μεταφέρουν το κλίμα που ζούνε, και ειδικά ο Davis θα περιμέναμε να μας περνούσε πιο πολύ το δράμα και την αγωνιά για την χαμένη κορούλα του. Ο ήχος των όπλων δεν έχει να παρουσιάσει κάτι το ιδιαίτερο. Οι εχθροί προσπαθούν να μιλήσουν, αλλά μάλλον σε κραυγές παραπέμπουν πάρα σε ομιλία. Τουλάχιστον καταλαβαίνουμε αυτό που θέλουν να μας περάσουν οι δημιουργοί: ότι δηλαδή είναι απολίτιστοι και μόνο το καλό των ανθρώπων δεν θέλουν.
[yframe url=’http://www.youtube.com/watch?v=dGp7e7Tm3lA’]
Κλείνοντας το κείμενο μας, καταλήγουμε στο ότι το Inversion έχει κάποιες καλές ιδέες αλλά στην υλοποίηση τους μάλλον τα θαλάσσωσε. Σε μια γενιά η οποία βαδίζει προς το τέλος της μάλλον άλλο ένα 3D person shooter δεν είναι και η καλύτερη ιδέα. Το Inversion κρίνετε ως ένα αρκετά μέτριο παιχνίδι χωρίς την απαραίτητη..”βαρύτητα”.
Βαθμολογία: 6/10
Εταιρεία ανάπτυξης: Saber Interactive
Εταιρεία έκδοσης: Namco Bandai
Αριθμός παιχτών: 1-8
Ηλικίες: PEGI 18
Επίσημη ιστοσελίδα: www.inversion.com