Divinity II: Ego Draconis Review
Πριν από ενάμιση μήνα ήρθε στα χέρια μου αυτό το παιχνίδι. Όταν είδα τα promotional videos του στο internet, έπαθα πλάκα. Αν δεν με γελούσαν τα μάτια μου, είχα στα χέρια μου ένα… «θεϊκό» (divine=θεϊκός!) πραγματικά παιχνίδι!
Οφείλω βέβαια να ομολογήσω δυο πράγματα: 1. είμαι λάτρης των RPG και 2. τρελαίνομαι για ό,τι σχετίζεται με παραμυθένια τοπία, ιπποτικά ήθη, μαγεία και δράκους…
Ξεκινάει λοιπόν το ταξίδι μας…
Η αρχή της ιστορίας, βρίσκει τον ήρωά μας να αποφοιτά από την στρατιωτική ακαδημία που είναι το “φυτώριο” των μελλοντικών «Δολοφόνων Δράκων» (Dragon Slayers) και να επιλέγεται για να στελεχώσει την επίλεκτη αυτή ομάδα. Μέλος ενός κόσμου που μετά από έναν καταστροφικό υλικά και κυρίως ηθικά και ψυχικά πόλεμο, προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές του, ο ήρωας καλείται να πολεμήσει τον πιο μοχθηρό, τον πιο αλαζόνα, τον πιο δυνατό και τον πιο επικίνδυνο εχθρό που αντιμετώπισε μέχρι εκείνη τη στιγμή ο κόσμος: τους Δράκους (Dragons) και τους Ιππότες Δράκους (Dragon Knights). Μόνο έτσι ο κόσμος θα απαλλαγεί από αυτό το μίασμα που απειλή την ύπαρξη αλλά και την ουσία του.
Η στρατιωτική εκπαίδευση τόσων χρόνων φαντάζει, με τα νέα δεδομένα, απλοϊκή. Μένει, λοιπόν, ένα ακόμα βήμα για να είναι έτοιμος: μάγος (mage), τοξότης (ranger) ή πολεμιστής (warrior); Η επιλογή αυτή θα ενισχύσει την κλίση του ήρωα, χωρίς όμως να τον αποτρέψει από το αναπτύξει δυνατότητες και από άλλο είδος αμυντικών και επιθετικών κινήσεων – ανάλογα με τις στρατηγικές του και με το είδος της μάχης που επίκειται. Για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις ιδιαίτερα απαιτητικές συνθήκες, «οπλίζεται» μέσα από τελετουργίες, και με δυνατότητες κλεμμένες από τους δράκους: τις πνευματικές δυνάμεις τους έτσι ώστε να μπορεί να αντισταθεί σε επιθέσεις που θα εξαπολύουν ενάντια στο μυαλό του, όραση πλέον και στη διάσταση των πνευμάτων και τέλος τη δυνατότητα να διαβάζει το μυαλό / τη σκέψη. «Για να μπορέσεις να νικήσεις τον εχθρό σου, πρέπει πρώτα να τον γνωρίσεις και να έρθεις κοντά του: πώς σκέφτεται, τι φοβάται, τι μπορεί και τι όχι» («know your enemy») είναι η άποψη – νόμος των «Δολοφόνων Δράκων».
Ένα ακόμα βήμα μένει για την ολοκλήρωση της μύησης και ο ήρωάς μας είναι αποφασισμένος και έτοιμος όσο ποτέ.
Τι μπορεί να ανατρέψει όλα αυτά; Είναι δυνατόν τόσα χρόνια να μεγάλωσε με ψέματα; Υπάρχει περίπτωση να βρίσκεται σε λάθος στρατόπεδο; Ποιος είναι ο «καλός» και ποιος ο… «κακός»; Πού το μαύρο και πού το άσπρο και τι τελικά αντιπροσωπεύει το κάθε ένα; Τι συνομωσίες αποκαλύπτονται; Πώς μπορεί κάποιος να διηθεί διαρκώς το διερχόμενο ρεύμα πληροφοριών και να ξεχωρίζει το αληθινό από το ψεύτικο, και πώς να αμφισβητήσει κανείς αξίες μιας ζωής;
Αυτό το μεγάλο βήμα, το αφήνουμε σε εσάς – ας μην σας «κλέψουμε» τη συγκίνηση που προσφέρει ένας ιερός σκοπός που τίθεται με κίνητρα αλτρουιστικά και κυρίως ένα μαγικό ταξίδι προς αυτόν.
Στοιχεία σχετικά με το gameplay , αφορούν την επιλογή του χαρακτήρα, τους διαλόγους και το βάθος που αυτοί δίνουν στο παιχνίδι, το mindreading, την ικανότητα να γίνεσαι δράκος και τη διάρκεια του παιχνιδιού.
Στην αρχική επιλογή του χαρακτήρα, παρέχεται η δυνατότητα επιλογής φύλου, προσώπου και φωνής –χωρίς ωστόσο μεγάλο εύρος επιλογών… Από τις πρώτες στιγμές, επίσης , καλείσαι να διαλέξεις ανάμεσα σε τοξότη, πολεμιστή ή μάγο. Όσο όμως ανεβαίνεις lvl, μπορείς να… «διευρύνεις» τους ορίζοντες «σου», μαθαίνοντας ξόρκια μάγου ή ιερέα (priest) (όπως το να καλείς κατά τη διάρκεια της μάχης ένα πλάσμα να σε βοηθήσει, ή το να κάνεις heal – κάτι το οποίο πολύ πιθανόν να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο τελικά), ranger ή melee, ή να ενισχύσεις τις ικανότητες που ήδη γνωρίζεις, κάνοντάς τις ακόμα πιο αποτελεσματικές. Τα στατιστικά είναι τα κλασικά RPG χαρακτηριστικά: strength, stamina, intellect, spirit. Θέλει αρκετή προσοχή καθώς θα αναπτύσσεις το talent και skill tree σου: επενδύοντας skill points σε κάτι, μετά δεν μπορείς να τα αφαιρέσεις.
Αφιερώνεται ξεχωριστή παράγραφος στους διαλόγους επειδή μάλλον και οι ίδιοι οι δημιουργοί τους αντιμετώπισαν με χιούμορ. Μπορείς πολύ άνετα να το παίξεις «είρωνας νταής», ή ιππότης. Το αποτέλεσμα μάλλον είναι το ίδιο σε γενικές γραμμές ως προς την εξέλιξη της ιστορίας και θα έλεγε κανείς ότι το παιχνίδι χάνει σε βάθος έτσι – αν δεν έχει καμία ουσιαστική αξία η κάθε μια από τις επιλογές σου, τότε οι διάλογοι είναι ένα spamάρισμα «Α» .
Επίσης, η ικανότητα να διαβάζεις το μυαλό του άλλου ή με μεγαλύτερη ακρίβεια τη σκέψη του, είναι από τα πιο βασικά χαρακτηριστικά αυτού του παιχνιδιού. Έχει κόστος σε XP, αλλά μπορεί να δώσει πληροφορίες ζωτικής σημασίας, όπως κωδικούς ή τοποθεσίες που είναι κρυμμένα πολύτιμα για τον ήρωά μας αντικείμενα, ή να δώσουν μια καλοδεχούμενη ώθηση σε κάποια δυνατότητα του χαρακτήρα, ή να οδηγήσουν έναν έμπορο στο να χαμηλώσει τις τιμές του, ή ακόμα και να ενημερώσουν τον παίκτη ότι η γυναίκα αυτή προσπαθεί να θυμηθεί αν κατέβασε την κατσαρόλα απ’ τη φωτιά ή ο άντρας αυτός θα ήθελε πολύ μια μπύρα εκείνη τη στιγμή! Το τι περίπου θα διαβάσεις στο μυαλό του άλλου το υποψιάζεσαι, βέβαια, κρίνοντας από το πόσο XP θα σου στοιχήσει το mindreading.
Η συγκεκριμένη δυνατότητα, μαζί με την ικανότητα -τελικά- να γίνεσαι δράκος, αποτελούν τα δυνατά στοιχεία του παιχνιδιού. Όταν γίνεσαι δράκος, δεν μπορείς να επιτεθείς σε εχθρούς στο έδαφος παρά μόνο στον αέρα. Όμως οι ξεχωριστές ικανότητες που μπορείς να αναπτύξεις ως δράκος, ανανεώνουν το gameplay, δίνουν έναν άλλον αέρα στον ήρωα και , παρότι ο δράκος δεν είναι ανίκητος, οι προοπτικές και οι ορίζοντες που ανοίγονται, σε κάνουν να θες να παίξεις άλλες τόσες ώρες, να ανακαλύψεις άλλα τόσα μέρη, να πολεμήσεις με ακόμη πιο δύσκολους αντιπάλους και να σκεφτείς ακόμα πιο πολύπλοκες στρατηγικές αντιμετώπισης των καταστάσεων συνδυάζοντας τον άνθρωπο με το δράκο.
Ως προς τη διάρκεια του παιχνιδιού θα λέγαμε ότι το παιχνίδι θα σας καθηλώσει για πάνω από 70 ώρες! Τα quest που υπάρχουν παράλληλα με αυτά που εξελίσσουν την ιστορία είναι άφθονα, και οι αναβαθμίσεις που μπορείς να κάνεις στον τρόπο που παίζεις και τις στρατηγικές σου, αλλά και σε ό,τι μπορεί να βελτιώσει τις δυνατότητες του ήρωα ποικίλες. Η βασική γραμμή του παιχνιδιού σίγουρα θα είναι λιγότερες ώρες αλλά πάντα θες να κάνεις κάτι καλύτερα, να βελτιώσεις μια δυνατότητα, που θα σου δώσει ένα παραπάνω πλεονέκτημα. Βέβαια, χωρίς την αλλαγή στην πορεία της ιστορίας, ανάλογα με τις επιλογές του ήρωα ως προς τους διαλόγους, αμφισβητείται το κατά πόσο είναι ένα παιχνίδι που έχει νόημα να το ξαναπαίξει κανείς αφότου το ολοκληρώσει.
Όσον αφορά τώρα το interface, εδώ τα πράγματα είναι πραγματικά δύσκολα. Παρότι υπάρχει αναλυτικά ο κάθε διάλογος, πολύ σπάνια μπορείς να καταλάβεις πού ακριβώς πρέπει να πας και δυστυχώς στο χάρτη δεν υπάρχει καμία (σχεδόν) ένδειξη. Έτσι μπορείς να περιφέρεσαι για ώρες στα (πολλά) dungeons, σκοτώνοντας (είναι φανερό το hack ‘ n ‘ slash στοιχείο) και ελπίζοντας ότι έχεις μπει στο σωστό υπόγειο – τουλάχιστον ό,τι σκοτώνεις δεν επανεμφανίζεται και έτσι μπορείς έστω να καταλάβεις από πού έχεις ξαναπεράσει!
Επίσης, κρατάς πάνω σου αντικείμενα που έχεις μαζέψει καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σου, χωρίς να έχεις κάποια ένδειξη αν αυτό θα σου χρειαστεί κάπου. Έτσι πολλές φορές θα βρεθείς να πετάς από την τσάντα σου αντικείμενα, προκειμένου να σηκώσεις άλλα και ευχόμενος να μην πέταξες κάτι χρήσιμο. Τα φυτά και τα ορυκτά για παράδειγμα που θα μαζεύει ο παίκτης κατά την διάρκεια του ταξιδιού του θα χρειαστούν όταν φτάσει στον πύργο του (Battle Tower) που θα είναι βάση, καταφύγιο και σταθμός ανεφοδιασμού και αναβαθμίσεων. Μέχρι τότε, όμως, θα πρέπει να κάνει υπομονή και προσεκτική διαχείριση των διαθέσιμων θέσεων στις τσάντες του.
Στον τομέα του χειρισμού και στόχευσης, τα πράγματα αρχικά έμοιαζαν απλά. Μετά από λίγο όμως άρχισαν να εμφανίζονται προβλήματα λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά. Για να αποδεχτείς το περιεχόμενο μιας ενέργειας ή συζήτησης και να επανέλθεις για παράδειγμα , πατώντας «Α», ενεργοποιούσες όποια ικανότητα είχες στο κουμπί αυτό, ενώ το ίδιο συνέβαινε και με το «Β» όταν ήθελες να βγεις από κάποιου είδους μενού. Αυτό ήταν αρκετά κουραστικό γιατί έπρεπε να ενεργοποιήσεις στα «A» και «Β» , τις κινήσεις με το μικρότερο cooldown.
Ως προς την κάμερα, πιθανόν να βρεθείτε κάποιες στιγμές να κοιτάζετε πραγματικά το ταβάνι και να προσπαθείτε να την επαναφέρετε, ή να θέλετε να ανοίξετε μια πόρτα και τελικά να στοχεύετε και να ανοίγετε ένα άδειο βαρέλι παραδίπλα. Το σύστημα σκόπευσης και στην ώρα της μάχης λειτουργεί παρόμοια, καθώς, αρκετές φορές, θα δυσκολευτείτε πραγματικά να εστιάσετε στον αρχηγό της ομάδας των τεσσάρων ή πέντε αντιπάλων που επιτίθενται. Και αυτό είναι κάτι που λειτουργεί επιβαρυντικά για όσους διαλέξουν ranged επιθέσεις (archer, mage) γιατί στο μεγαλύτερο ποσοστό τους οι μάχες είναι εξαρχής ή καταλήγουν σε μάχη σώμα με σώμα.
Αναφερόμενοι τώρα σε τεχνικά χαρακτηριστικά, πρέπει να επισημάνουμε τα εξής: Ο τομέας της εικόνας, χωρίζεται σε αυτό το παιχνίδι σε δυο μέρη: σε αυτό που βλέπεις και στο πόσο καθαρά και «απροβλημάτιστα»το βλέπεις.
Όσοι μαγευτήκατε από τα ονειρεμένα τοπία της ταινίας “Avatar”, όσοι νοσταλγείτε τα δάση και τα χρώματα των Fable και Oblivion, εδώ θα (βρεθείτε στον και θα) βρείτε τον… Παράδεισο! Καταρράκτες και κοιλάδες, εντυπωσιακές ανακλάσεις και ιδανικοί φωτισμοί σε κάνουν να αναπολείς την εμπειρία αυτή για καιρό μετά την ολοκλήρωση της ιστορίας.
Τα άσχημα νέα έρχονται από τον τομέα των γραφικών. Υπάρχουν στιγμές που η εικόνα κολλάει για λίγο και τρεμοπαίζει, και ο ρυθμός ανανέωσης των εικόνων είναι μικρότερος από όσο θα έπρεπε (framedrop), με αποτέλεσμα ακόμα και οι πιο… χαλαροί στις απαιτήσεις τους ως προς τα γραφικά, να δυσαρεστούνται. Σε μια εποχή που ο πήχης βρίσκεται τόσο ψηλά και με μια κονσόλα που υποστηρίζει ασύγκριτα πιο πλούσια γραφικά, νιώθεις ότι (από την άποψη των γραφικών πάντα) δεν έχει γίνει ό,τι καλύτερο.
Βέβαια στα διάφορα βιντεάκια που υπάρχουν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, πραγματικά παρακολουθείς με κομμένη την ανάσα και εύχεσαι να μπορούσες να το βάλεις στο repeat για να το δεις και να το ξαναδείς – ειδικά τις σκηνές που περιέχουν δράκους! Μάλλον, όμως, δεν κάνουν αυτά τον παίκτη να ανακαλέσει το ότι το επίπεδο αυτό ταιριάζει περισσότερο στο πρώτο Xbox.
Στον τομέα του ήχου ομολογουμένως έχει γίνει φανταστική δουλειά. Η (από απαλή έως βαθιά επική) μουσική σε μαγεύει και σε ταξιδεύει σε μέρη που… έχεις μπροστά σου! Μην εκπλαγείτε αν κάποιες στιγμές πιάσετε τον εαυτό σας να χαζεύει τα τοπία και να χαλαρώνει με τη μουσική! Οι φωνές των χαρακτήρων, επίσης, είναι ελκυστικές με βρετανική , πολύ καλή προφορά, ενώ και η συνολική εικόνα από τα ηχητικά εφέ είναι πολύ καλή – από τους ήχους στο περιβάλλον και τις κραυγές των δράκων, μέχρι τις μάχες και τα ξόρκια.
To be or not to be?
Ως προς τη συνολική εικόνα, το Divinity ΙΙ είναι ένα υπέροχο ταξίδι σε έναν κόσμο μυστηρίου και μαγείας. Παίζεται από έναν παίκτη – τον ήρωά σας – και όλα επικεντρώνονται σ’ αυτόν. Η μουσική του είναι υπέροχη και το story θυμίζει πολύ Eragon. Τώρα βέβαια, θα πει κάποιος «γιατί Eragon και όχι Lord of the Rings;»… «γιατί Divinity II και όχι Dragon Age;»… Η απάντηση για μένα έχει ως εξής: Κάθε ταινία, κάθε παιχνίδι, κάθε ιστορία, έχει την ομορφιά της. Και η ομορφιά μιας ιστορίας, δεν σχετίζεται με τα φτωχά γραφικά – εξαιρετικές ταινίες και παιχνίδια που έγραψαν ιστορία στα βιβλία και κυρίως στις καρδιές μας, είχαν στα χέρια τους ελάχιστα μέσα και μηδαμινές δυνατότητες, κατάφεραν, όμως, να μας κερδίσουν! Βέβαια, άμα είναι να σου σπάσουν τα νεύρα γυρίζοντας άσκοπα με τις ώρες και ψάχνοντας «πού στο καλό να πάω τώρα;», τότε νομίζω ότι τελικά χαλάει η διάθεση και των πιο υπομονετικών. Για τις στιγμές αυτές απελπισίας, υπάρχουν πάντα οι online οδηγοί και δεν χρειάζεται καν να επισημανθεί ότι η κατάχρησή τους, η «μασημένη τροφή», μπορεί να σου χαλάσει τη μαγεία της αναζήτησης και του ταξιδιού – μπορούν, ωστόσο, να σου δώσουν μια κατεύθυνση, πολύτιμη ενίοτε.
Πραγματικά πιστεύω ότι αν είχαν επενδυθεί λίγες παραπάνω ώρες στον τομέα της εικόνας και του interface, το Divinity II θα μπορούσε να κονταροχτυπηθεί με τους πιο δυνατούς τίτλους και να συμπεριληφθεί στη λίστα αγαπημένων των RPG gamer. Τώρα θα πω απλά το εξής: σε όσους από εσάς άρεσαν τα Fable, World of Warcraft, Oblivion και Dragon Age, όσοι από εσάς νοιάζεστε περισσότερο για το story, για το ταξίδι, τη μαγεία και τη μουσική, όσοι από εσάς μπορείτε να ξεπεράσετε τις δυσκολίες στο interface και να αξιοποιήσετε (κάποιες στιγμές που θα κολλήσετε) τους online οδηγούς, όσοι από εσάς προσπερνάτε τα γραφικά και στέκεστε στην ουσιαστικότερη ομορφιά μιας εικόνας ή μιας στιγμής…γενικότερα λοιπόν, για τους (πολύ) υπομονετικούς και… ρομαντικούς gamer, το παιχνίδι αυτό επιφυλάσσει στιγμές μαγικές. Για το ευρύ κοινό, όμως, θα το κατέτασσα – δυστυχώς – στους μη εμπορικούς τίτλους («αφού μπορώ να παίξω ένα παιχνίδι με πολύ καλύτερα γραφικά και interface γιατί να ασχοληθώ με αυτό;»), στους τίτλους-πρόκληση από πολλές απόψεις. Για εμένα προσωπικά ήταν από τα παιχνίδια που ευχαριστήθηκα πολύ και στα οποία αφιέρωσα πολύ χρόνο και γιατί ήθελα να μπορώ να μιλήσω για αυτά, έχοντας μια όσο γίνεται σφαιρικότερη άποψη και κυρίως γιατί με κέρδισαν με την ιστορία τους.
Η απάντηση λοιπόν, για μένα, στο σαιξπηρικό αιώνιο ερώτημα, (αν πρέπει ή όχι να είμαστε ένας από τους υποψήφιους αγοραστές) είναι: to beee, to be!
ιστορία: 9,5
πρωτοτυπία: 9
εικόνα / γραφικά: 5
interface: 5
ήχος: 9
συνολική βαθμολογία : 7,5
Divinity II: Ego Draconis Trailers
Divinity II: Ego Draconis Gallery
Vasia GR
για το MyXbox.gr